«Πιστωτικά θετικό» θεωρούν οι τέσσερις μεγάλοι οίκοι αξιολόγησης (S&P, DBRS, Moody’s και Fitch) το αποτέλεσμα των εκλογών της 21ης Μαΐου, αυξάνοντας τις πιθανότητες η χώρα να ανακτήσει την πολυαναμενόμενη επενδυτική βαθμίδα εντός του έτους. Φυσικά, απομένει η επιβεβαίωση του αποτελέσματος στις νέες κάλπες της 25ης Ιουνίου, ώστε να δρομολογηθούν συγκεκριμένες εξελίξεις. Εξάλλου πέραν της πολιτικής σταθερότητας, η δεδομένη δέσμευση της Κυβέρνησης που θα προκύψει για συνέχιση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων με σκοπό τη βελτίωση των οικονομικών και δημοσιονομικών προοπτικών της χώρας είναι εξίσου σημαντική.
Εξάλλου, έχει ήδη επιτευχθεί από την προηγούμενη Κυβέρνηση η συνέχιση της μείωσης του δημοσιονομικού ελλείμματος, η σταδιακή βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος, η αύξηση του ΑΕΠ και η επίτευξη των πρωτογενών πλεονασμάτων καθώς και η μείωση του- δυστυχώς ακόμα – υψηλού ποσοστού των μη εξυπηρετούμενων δανείων στον τραπεζικό τομέα. Σύμφωνα με πρόσφατη ανάλυση της DBRS, οι βελτιωμένες προοπτικές ανάπτυξης από τις αναμενόμενες δαπάνες για μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις του Ταμείου Ανάπτυξης και Ανθεκτικότητας, ύψους 30,5 δισεκατομμυρίων ευρώ, αποτελεί επίσης βασικό παράγοντα για την θετική αξιολόγηση του αξιόχρεου της χώρας που αναμένεται να γίνει από τον εν λόγω οίκο στις 8 Σεπτεμβρίου. Ο S&P, ο οποίος προχώρησε σε αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας τον περασμένο Απρίλιο έχει σημειώσει ότι εφόσον συνεχιστούν αδιάκοπα οι μεταρρυθμίσεις για τη δημοσιονομική προσαρμογή της χώρας και την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας υπάρχουν προοπτικές αναβάθμισης της ελληνικής οικονομίας εντός των επόμενων 12 μηνών. Προβλέπει μάλιστα ότι η Ελλάδα θα επιτύχει σημαντική μείωση του χρέους της έως το 2025 το οποίο αναμένεται να μειωθεί κάτω από το 150% του ΑΕΠ.
Το θετικό οικονομικό κλίμα καταγράφεται εξάλλου και στα περιθώρια των επιτοκίων και στις αποδόσεις των ελληνικών κρατικών ομολόγων, τα οποία διαπραγματεύονται στις διεθνείς αγορές σαν να επρόκειτο για τίτλους εθνικής οικονομίας υψηλότερης βαθμίδας. Παρ’ όλα αυτά, το σημαντικότερο ζητούμενο είναι πώς η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας δεν θα διατηρήσει μόνο συμβολικό χαρακτήρα, αλλά θα επηρεάσει θετικά και την οικονομική κατάσταση των Ελλήνων. Τούτο θα επιτευχθεί με την άμεση μείωση του κόστους δανεισμού για το Ελληνικό Δημόσιο και τις τράπεζες με σκοπό τη μείωση του κόστους δανεισμού όλων των δανειοληπτών (επιχειρήσεων και νοικοκυριών). Το δημοσιονομικό όφελος που προκύπτει από τα μέτρα για την επίτευξη της επενδυτικής βαθμίδας θα δημιουργήσει δημοσιονομικό χώρο για τη μείωση φόρων και εισφορών, την ενίσχυση της αγοραστικής δύναμης των καταναλωτών, την αύξηση των μισθών και την εφαρμογή ουσιαστικής κοινωνικής πολιτικής για τους ασθενέστερους.
Οι εκλογές της 21ης Μαΐου σηματοδότησαν μια νέα εποχή για τα ελληνικά πολιτικά πράγματα. Οι Έλληνες αποδοκίμασαν το λαϊκισμό και την έλλειψη συγκεκριμένου πλάνου για την πορεία της χώρας και επιβράβευσαν τη σοβαρότητα, τη συνέπεια και την οργάνωση. Με τη σύσταση της νέας Κυβέρνησης θα έχουμε τη μοναδική ευκαιρία να βάλουμε και την ελληνική οικονομία στη νέα εποχή.
* Ο Ορέστης Ομράν είναι Δικηγόρος, επικεφαλής του διεθνούς τμήματος της Ελληνικής Ένωσης Επιχειρηματιών.