Όχι μόνο την έλλειψη γνώσης αλλά και την παραπληροφόρηση και συντεταγμένη απόκρυψη της τεχνικής και επιστημονικής γνώσης, διαπιστώνει σε φαινόμενα παγκόσμια εμβέλειας όπως η πανδημία και η ενεργειακή κρίση, ο Ορέστης Ομράν.
Ο διεθνής δικηγόρος και διδάκτωρ Συγκριτικού Συνταγματικού Δικαίου μιλάει στον ΟΤ για το βιβλίο του «25 + 1 ερωτήσεις για την ενεργειακή κρίση» που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις «Ι. Σιδέρης». Ο κ. Ομράν εξηγεί με τη συνέντευξή του ποια ήταν η αφορμή για τη συγγραφή του βιβλίου του: «Στην πρόσφατη ενεργειακή κρίση παρατηρούμε σημαντική έλλειψη γνώσης και κατανόησης των παραγόντων εκείνων που οδηγούν στην αύξηση των τιμών, της σημασίας της ενεργειακής μετάβασης και των πλεονεκτημάτων των καθαρών μορφών ενέργειας. Αυτό το κενό προσπαθεί, τουλάχιστον όσον αφορά την Ελλάδα και την Ευρωπαϊκή Ένωση, να καλύψει το βιβλίο μου».
Βιβλίο Ομράν: Η πράσινη ενεργειακή μετάβαση το νέο όραμα της Ελλάδας
Ο κ. Ομράν που παρέχει νομικές συμβουλές σε κράτη και επιχειρήσεις για ενεργειακά ζητήματα μεταξύ άλλων τονίζει απαντώντας στο αν υπάρχουν συνταγές ή τρόποι για την αποφυγή επανάληψης ενεργειακών κρίσεων: «Δυστυχώς σε ζητήματα σύνθετα και πολύπλοκα, όπως οι ενεργειακές κρίσεις δεν υπάρχουν μαγικές συνταγές. Υπάρχει όμως η ειδική επιστημονική και τεχνική γνώση η οποία θα πρέπει να αποτελεί τη βάση αντιμετώπισης κάθε τέτοιου προβλήματος».
Τέλος ο συγγραφέας τάσσεται αναφανδόν υπέρ της πράσινης μετάβασης και ταυτόχρονα υπογραμμίζει: «Η πράσινη μετάβαση σε πλαίσια ενεργειακής και κοινωνικής δικαιοσύνης θα μπορούσε να αποτελέσει συγκεκριμένο αίτημα ενός ευρύτερου πολιτικού αφηγήματος, το οποίο θα επανακοθορίζει τη σχέση των πολιτών με το σύγχρονο Κράτος και την κοινωνία και θα προωθεί την βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη».
Κύριε Ομράν συγχαρητήρια για την έκδοση και εύχομαι να είναι καλοτάξιδο το βιβλίο σας. Αλήθεια, είναι το πρώτο σας βιβλίο και ποια ήταν η αφορμή για τη συγγραφή του;
Σας ευχαριστώ πολύ. Πρόκειται στην πραγματικότητα για το δεύτερο βιβλίο μου μετά το διδακτορικό μου, αλλά το πρώτο στο οποίο χρησιμοποιώ την επαγγελματική μου εμπειρία ώστε να αναλύσω ένα θέμα με σημαντικές νομικές, πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές προεκτάσεις, όπως η ενεργειακή κρίση. Αφορμή αποτέλεσε το ίδιο το φαινόμενο και οι διαστάσεις που έλαβε ιδίως από τον προηγούμενο Φεβρουάριο μετά την παράνομη εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Συνειδητοποίησα ότι ενώ το ζήτημα της ενέργειας πρωταγωνιστούσε στο δημόσιο διάλογο, υπήρχε περιορισμένη γνώση για βασικές έννοιες και διαδικασίες γύρω από αυτό. Προσπάθησα λοιπόν να εξηγήσω με σχετικώς απλουστευμένη γραφή, βασικά θέματα στον κλάδο της ενέργειας απευθυνόμενος στο ευρύ κοινό, το οποίο εξάλλου επηρεάζεται άμεσα από την ενεργειακή κρίση.
Θεωρείτε ότι υπάρχει έλλειμμα ενημέρωσης και πληροφόρησης της κοινής γνώμης για γεγονότα και ζητήματα που εκδηλώνονται και επηρεάζουν τις ζωές των ανθρώπων του πλανήτη; Και αναφέρομαι σε γεγονότα σύνθετα, όπως για παράδειγμα η τρέχουσα ενεργειακή κρίση που βιώνουμε ή η πανδημία του κορωνοϊού;
Ζούμε τις τελευταίες δύο τουλάχιστον δεκαετίες σε μια ιδιότυπη παγκόσμια κοινωνία της πληροφορίας. Η τεχνολογία έχει επιτρέψει την ταχεία διάδοση σε όλον τον πλανήτη γνώσεων και πληροφοριών σε βαθμό πρωτοφανή στην ιστορία της ανθρωπότητας. Το πρόβλημα, κατά τη γνώμη μου, δεν είναι τόσο η έλλειψη πληροφόρησης όσο η παραπληροφόρηση, είτε ακούσια είτε εκούσια. Όταν δηλαδή πομποί πληροφόρησης μπορούν εκ της θέσεώς τους να μεταδίδουν μηνύματα, των οποίων η αλήθεια και η ακρίβεια δεν μπορούν να ελεγχθούν άμεσα, τότε υπάρχει ο προφανής κίνδυνος αθέμιτου ετεροπροσδιορισμού της κοινής γνώμης. Ιδίως, σε φαινόμενα παγκόσμιας εμβέλειας, των οποίων η σημασία δεν περιορίζεται από εθνικά σύνορα, και που επηρεάζουν τον παγκόσμιο πληθυσμό, παρατηρούμε τα τελευταία χρόνια πραγματική παραπληροφόρηση και συντεταγμένη απόκρυψη της τεχνικής και επιστημονικής γνώσης. Η πανδημία ήταν ένα από αυτά τα μείζονα γεγονότα, με το αντιεμβολιαστικό κίνημα να αποτελεί προϊόν αβάσιμων αιτιάσεων κατά της επιστήμης. Αλλά και στην πρόσφατη ενεργειακή κρίση παρατηρούμε σημαντική έλλειψη γνώσης και κατανόησης των παραγόντων εκείνων που οδηγούν στην αύξηση των τιμών, της σημασίας της ενεργειακής μετάβασης και των πλεονεκτημάτων των καθαρών μορφών ενέργειας. Αυτό το κενό προσπαθεί, τουλάχιστον όσον αφορά την Ελλάδα και την Ευρωπαϊκή Ένωση, να καλύψει το βιβλίο μου .
Στην εισαγωγή του βιβλίου σας κάνετε μία ιστορική αναδρομή στις μεγάλες ενεργειακές κρίσεις, στις πετρελαϊκές κρίσεις. Αυτές συνδέονται με τα ορυκτά καύσιμα όπως και η τρέχουσα, αλλά και με γεωπολιτικά συμφέροντα. Υπάρχουν συνταγές ή τρόποι για την αποφυγή επανάληψης τους και στο μέλλον;
Μαγικές συνταγές σε ζητήματα σύνθετα και πολύπλοκα, όπως οι ενεργειακές κρίσεις, δυστυχώς δεν υπάρχουν. Υπάρχει όμως η ειδική επιστημονική και τεχνική γνώση, η οποία θα πρέπει να αποτελεί τη βάση αντιμετώπισης κάθε τέτοιου προβλήματος. Πλέον ξέρουμε πως οι φυσικοί πόροι του πλανήτη εξαντλούνται, όπως ξέρουμε επίσης ότι η καύση ορυκτών καυσίμων ευθύνεται σε μεγάλο βαθμό για την κλιματική αλλαγή και την πλανητική ρύπανση. Η «πράσινη» μετάβαση σε καθαρότερες μορφές ενέργειας και η ενίσχυση των ανανεώσιμων πηγών ώστε να εξασφαλίζεται επάρκεια είναι το στοίχημα των επόμενων δεκαετιών – αν κερδηθεί θα μειωθούν οι ενεργειακές κρίσεις, τουλάχιστον όπως τις ξέρουμε μέχρι σήμερα.
Στις ερωτήσεις που έχετε επιλέξει και δίνετε τις αντίστοιχες απαντήσεις, διαπιστώνω πως επικεντρώνεστε στην ευρωπαϊκή πολιτική για την ενέργεια. Υπάρχουν ευθύνες των Βρυξελλών για την ενεργειακή κρίση;
Ευθύνες για την πρόκληση της κρίσης δύσκολα θα μπορούσε κανείς να καταλογίσει στην Ευρώπη, με εξαίρεση ίσως την υπερεξάρτηση από τα ρωσικά καύσιμα και την έλλειψη πραγματικού εναλλακτικού σχεδίου σε περίπτωση μείωσης ή διακοπής των ροών, όπως και συνέβη. Κανείς όμως δεν μπορεί να αγνοήσει την κωλυσιεργία, τη αδράνεια και την αναποτελεσματική πολυφωνία της Ένωσης στην αντιμετώπιση της κρίσης. Πέρασαν πολλές εβδομάδες μέχρι να δούμε ενιαία μέτρα σε ενωσιακό επίπεδο και ακόμα περισσότερες μέχρι να ληφθούν μερικώς δεσμευτικές αποφάσεις, με αποτέλεσμα ήδη οι τιμές να βρεθούν σε υψηλότατα επίπεδα και να επικρατήσουν οι εθνικές πολιτικές. Σε έναν κόσμο που αλλάζει καθημερινά, το ενωσιακό αφήγημα αποκτά ιδιαίτερη σημασία. Η ενίσχυση των Θεσμών με πραγματικές αρμοδιότητες και η τροποποίηση των Συνθηκών, ώστε να δοθεί στους πρώτους μεγαλύτερη ευελεξία, είναι πραγματικά ζητούμενα για το μέλλον της Ευρώπης.
Η πράσινη μετάβαση και κυρίως η στρατηγική που ακολουθείται από την Ε.Ε. δέχεται έντονη κριτική. Μάλιστα οι επικριτές της επιρρίπτουν ευθύνες στην κοινή πολιτική για την αύξηση του ενεργειακού κόστους.
Η κριτική θα μπορούσε ορθώς να επικεντρωθεί στους ιδιαίτερα φιλόδοξους στόχους που είχε θέσει για την πράσινη μετάβαση η Ένωση προ κρίσης. Οι φιλόδοξοι στόχοι όμως δεν ευθύνονται για την αύξηση των τιμών. Αυτή προήλθε από την υπερεξάρτηση από τα ρωσικά κάυσιμα, από την έλλειψη εναλλακτικών παρόχων και από την αδράνεια του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και της Επιτροπής να δώσουν ενιαίο και αποτελεσματικό μήνυμα στις αγορές, όταν βρισκόμασταν στην καρδιά της κρίσης. Εξάλλου, όταν ήρθε αντιμέτωπή με το δίλημμα διατήρηση των φιλόδοξων «πράσινων στόχων» ή προστασία των ευρωπαίων καταναλωτών από τις υψηλές τιμές, η Ένωση (ορθώς) επέλεξε το δεύτερο.
Από τις 25 + 1 ερωτήσεις ποια είναι αυτή που σας δυσκόλεψε περισσότερο; Υπήρχε ερώτηση που δυσκολευτήκατε να δώσετε απάντηση ώστε να γίνει κατανοητή στον μέσο αναγνώστη;
Το δυσκολότερο ερώτημα δεν θα μπορούσε να είναι άλλο από το τελευταίο: «Ποιο είναι το ενεργειακό μέλλον της Ελλαδος;» Κι αυτό διότι η ασφαλής πρόβλεψη του μέλλοντος πέρα από μαντικές ικανότητες απαιτεί, στον τομέα της ενέργειας, μια πολυπαραγοντική ανάλυση, με μεταβλητές και εξωτερικότητες που δύσκολα προκαθορίζονται. Ωστόσο, προσπάθησα να δώσω μια όσο το δυνατόν ρεαλιστική πρόβλεψη στον άξονα «παραγωγή, μεταφορά, κατανάλωση», βασιζόμενος στη γνώση που ήδη απέκτησε ο αναγνώστης από τις προηγούμενες ερωτήσεις για τον κλάδο της ενέργειας στη χώρα.
Στον επίλογο σας που τιτλοφορείται «Κάποιες τελευταίες σκέψεις» κάνετε την εξής επισήμανση: «Η ενεργειακή ειρήνη σε συνδυασμό με την ενεργειακή δικαιοσύνη κερδίζουν έδαφος ως ιδέες πανανθρώπινες και η διεθνής απομόνωση των ακραίων, επιθετικών ηγεσιών, αλλά και των κερδοσκόπων αποτελεί μιας πρώτη τάξεως ως ένδειξη της συνειδητοποίησης του προβλήματος». Αναφέρεστε στην πράσινη μετάβαση στην αναγκαιότητα για αυτή. Ωστόσο, μία ερμηνεία που μπορεί να δοθεί είναι και εκείνη της διατύπωσης μίας πολιτικής πλατφόρμας για ένα νέο όραμα για την κοινωνία. Ισχύει κάτι τέτοιο;
Ιστορικά, τα μεγάλα πολιτικά κινήματα αποτελούν άμεσο ή έμμεσο προϊόν (και) σημαντικών διεθνών γεγονότων. Η πράσινη μετάβαση σε πλαίσια ενεργειακής και κοινωνικής δικαιοσύνης θα μπορούσε να αποτελέσει συγκεκριμένο αίτημα ενός ευρύτερου πολιτικού αφηγήματος, το οποίο θα επανακοθορίζει τη σχέση των πολιτών με το σύγχρονο Κράτος και την κοινωνία και θα προωθεί την βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη. Πιστεύω ότι στις φιλελεύθερες δημοκρατίες, και ιδίως στη χώρα μας, το αφήγημα αυτό μπορεί να το υπερασπιστεί καλύτερα η νέα γενιά, η γενιά των νέων που έμαθαν να επιβιώνουν σε συνθήκες επαναλαμβανόμενων κρίσεων, και η οποία θα κληθεί να συνδυάσει πολιτική διορατικότητα με τεχνοκρατική κατάρτιση για να φτιάξει έναν καλύτερο κόσμο για τις επόμενες γενιές.